Ελαιόλαδο: ένας υγρός θησαυρός, ο οποίος έχει παραδοσιακά συνδεθεί με τη διατροφική κουλτούρα των νοτιοευρωπαϊκών χωρών της Μεσογείου, τις ευεργετικές επιπτώσεις της φύσης στην υγεία, αλλά και με ένα δένδρο συμβολικά και μεταφορικά συνυφασμένο με τον πολιτισμό και το ευ ζην.
Γνωρίζουμε όμως τα πάντα γι' αυτό; Πρέπει πάντα να το εμπιστευόμαστε σε κάθε του μορφή και δίχως δεύτερη σκέψη; Ποιες οι ομοιότητες και διαφορές του ελληνικού λαδιού από τα αντίστοιχα της Ιταλίας και Ισπανίας; Τι είναι το «εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο»; Τέλος, έχουμε πράγματι το καλύτερο λάδι στον κόσμο, όπως συνηθίζουμε να επαιρόμαστε;
Δημοσίευμα του Άλκη Γαλδαδά στην εφημερίδα «Το Βήμα» καταγράφει εκτενέστατα όλες τις όψεις, αληθείς και ψευδείς, του βαθυπράσινου χρυσού:
Στο χρηματιστήριο του ελαιολάδου δεν χωρούν μεγάλα λόγια ούτε η ρητορική των πολιτικών. Η Ελλάδα είναι πολύ πίσω ακόμη, άσχετα αν κατά καιρούς διάφορα άρθρα προσπαθούν να δώσουν μιαν άλλη εικόνα. Ο μεγαλύτερος παραγωγός ελαιολάδου είναι η Ισπανία. Κάθε χρόνο κατά μέσον όρο παράγει 1.200.000 τόνους. Πέρυσι, έχοντας μια σούπερ χρονιά έφθασε τους 1.600.000 τόνους. Τα λάδια των Ισπανών όμως, πλην εξαιρέσεων, είναι κατώτερης ποιότητας και από της Ελλάδας και από της Ιταλίας. Κατακλύζουν ωστόσο τον κόσμο. Οι Ιταλοί παράγουν εξαιρετικό λάδι αλλά κάνουν τεράστιες εξαγωγές διότι ακόμη ο ξένος καταναλωτής αυτούς ταυτίζει με το ελαιόλαδο και επειδή τους λείπουν αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες τόνοι κάθε χρόνο, κάνουν μεταξύ άλλων εισαγωγές και από την Ελλάδα που παράγει περίπου 350.000 τόνους τον χρόνο. Εμείς έχουμε προς το παρόν ένα περίσσευμα 100.000-120.000 τόνων και υπάρχει ανάγκη να τους πουλάμε αυτή την ποσότητα κάθε χρόνο διότι το ελαιόλαδο μετά τους 18 μήνες στα δοχεία χάνει πολύ σε ποιότητα. Δυστυχώς οι Ιταλοί είναι οι μόνοι που αγοράζουν το λάδι μας, κανένας άλλος. Είναι μύθος το ότι οι γείτονες δεν έχουν καλά λάδια και τα κάνουν καλύτερα μόνο χάρη στα δικά μας. Οι αριθμοί τον καταρρίπτουν.
Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που οφείλει κανείς να γνωρίζει για το θέμα «ελαιόλαδο»;
Ενα από τα βασικά πράγματα που μαθαίνεις όταν ασχοληθείς σοβαρά με το θέμα «ελαιόλαδο» είναι πως το αγουρέλαιο δεν έπρεπε να θεωρείται μια πολυτέλεια, μια ξεχωριστή κατηγορία λαδιού, αλλά κάτι το αυτονόητο. Διότι για καλής ποιότητας λάδι πρέπει η ελιά να μαζεύεται όταν ακόμη είναι σκληρή, μισοπράσινη ως μισομώβ. Και σε όλες τις εκθέσεις και διεθνείς γευσιγνωσίες τέτοια ελαιόλαδα βραβεύονται κυρίως. Είναι το ελαιόλαδο που έχει πικράδα, δυνατό άρωμα και σε κάνει να βήχεις όταν έχει περάσει από το στόμα στον λαιμό. Και εξετάζουν τρία χαρακτηριστικά που κωδικοποιούνται σε τρεις λέξεις ακριβώς: ΠΙΚΡΟ - ΦΡΟΥΤΩΔΕΣ - ΠΙΚΑΝΤΙΚΟ με βαθμολογία από το 1 ως το 10 για το καθένα (σε κάποιες γευσιγνωσίες μάλιστα χρησιμοποιούν μπλε ποτήρια για να μην επηρεάζονται από το χρώμα). Και πρέπει το λάδι που τρώμε να είναι αγουρέλαιο διότι τότε οι τόσο ωφέλιμες πολυφαινόλες υπάρχουν στη μέγιστη ποσότητα. Οταν δηλαδή είναι οι ελιές άγουρες. Και αυτές οι ουσίες μάλιστα βρίσκονται ακριβώς κάτω από τη φλούδα τους. Υψηλή περιεκτικότητα σε πολυφαινόλες σε ένα λάδι σημαίνει επίσης και μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στο οξειδωτικό στρες από τον αέρα, το φως και τη θερμοκρασία. Στοιχείο σημαντικό για τη διατηρησιμότητα ενός ελαιολάδου. Ενα καλό ελαιόλαδο πρέπει να περιέχει περίπου 200-250 mgr/kgr ενώ 250-350 mgr/kgr θεωρείται εξαιρετική επίδοση. Οι πιο βασικές ποικιλίες που δίνουν λάδι εδώ στην Ελλάδα είναι η κορωνέικη (λίγο-πολύ παντού), η Χαλκιδικής, η Αμφίσσης (κυρίως στην Κεντρική Ελλάδα), η Μαρώνειας (στην Ανατολική Θράκη), η κολοβή και η αδραμυτινή (στη Μυτιλήνη) και το γνωστό παντού στην Πελοπόννησο Μανάκι. Λίγη Αθηνολιά και επίσης στην Αττική αρκετές ελιές μεγαρίτικες.
Ποιο ρόλο διαδραματίζει το υψηλής ποιότητας ελαιοτριβείο;
«Μπορεί να έχεις πολύ καλής ποιότητας ελιές και το ελαιοτριβείο να σου καταστρέψει το ελαιόλαδο» μου λέει. Σε ένα ελαιοτριβείο που πήγε μαζί με ξένους ενδιαφερομένους δεν υπήρχαν κυπελλάκια να δοκιμάσουν το λάδι και οι άνθρωποι τον ρώτησαν απορημένοι: «Μα, καλά, εδώ δεν δοκιμάζουν τι λάδι βγάζουν;». Αναφέρει επίσης κάτι που του είπε ένας ιταλός αρχισχεδιαστής μηχανημάτων ελαιοποίησης πριν από λίγες ημέρες: «Εσείς οι Ελληνες δύσκολα αλλάζετε». Σήμερα σε χώρες όπως η Ιταλία κυρίως ο εξοπλισμός των ελαιοτριβείων έχει φθάσει σε επίπεδα που εδώ πολλοί δεν τα έχουν φανταστεί καν. Δεξαμενές όπου πάνω από το ελαιόλαδο διοχετεύεται πλέον αέριο άζωτο για την αποφυγή της επαφής με το οξυγόνο του αέρα που οξειδώνει το προϊόν, διαφορετικές γραμμές παραγωγής για ελιές με διαφορετικό βαθμό ωρίμανσης ώστε να μην μπλέκουν τα λάδια των πιο ώριμων με τα πιο άγουρα, η ελαιοποίηση να γίνεται μέσα σε 24 ώρες από την άφιξη στο ελαιοτριβείο και να μην περιμένει η ελιά πιεσμένη για ημέρες σε σακιά στοιβαγμένα το ένα επάνω στο άλλο (που τώρα πλέον έπρεπε να μην χρησιμοποιούνται και να έχουν αντικατασταθεί με πλαστικές κλούβες). Η μάλαξη του πολτού να μη διαρκεί περισσότερο από 40 λεπτά και οι ελιές να μαζεύονται προτού μπει ο Δεκέμβριος.
Τι υποχρεούται τέλος να γνωρίζει ο καταναλωτής;
1.Αλλο οξύτητα άλλο οξείδωση. Η τιμή της οξύτητας έχει να κάνει με την κατάσταση του καρπού και το πώς διακινείται έως ότου φθάσει στο ελαιοτριβείο. Η οξείδωση πάλι με το πόσο έρχεται σε επαφή με το οξυγόνο το προϊόν αφού ο καρπός πολτοποιηθεί και μεταβληθεί σε ελαιόμαζα.
2.Τα ελαιόλαδα που δεν θα μπορέσουν να πάρουν τον τίτλο «εξαιρετικό παρθένο» ή έστω «παρθένο» λόγω κάποιων σοβαρών ελαττωμάτων, τα παραλαμβάνουν κάποιες βιομηχανίες που κατεβάζουν την οξύτητα με χρήση χημικών και την οσμή με τη χρήση φίλτρων.
3.Τηγανίζουμε όσο χρειάζεται, με ελαιόλαδο και όχι με σπορέλαια (που τα χρησιμοποιούν στις ξένες κουζίνες επειδή εκεί δεν είχαν ελαιόλαδο), όπως προπαγανδίζουν διάφοροι σεφ, φυλαγμένα άλλωστε σε διάφανα δοχεία και συχνά νοθευμένα.
4.Ενα ελαιόλαδο καλής ποιότητας αντέχει να χρησιμοποιηθεί στο τηγάνισμα ως και πέντε φορές.
5.Επίσης δεν προτείνει να μαγειρεύουμε με πυρηνέλαιο αλλά το προτιμά σε κάθε περίπτωση από τα σπορέλαια.
6.Πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί απέναντι στα λάδια που διατίθενται σε διαφανείς συσκευασίες, όσο καλοσχεδιασμένα και αν είναι.
7.Οι παλιές μυλόπετρες, που καθαρίζονται πιο δύσκολα και πιο σπάνια, δεν δίνουν καλύτερο λάδι από ό,τι μπορούμε να πάρουμε στα σύγχρονα ελαιοτριβεία. Το ελαιόλαδο που εξάγεται σε σύγχρονα ελαιοτριβεία τριών ή δύο φάσεων είναι πικρότερο από εκείνο των πέτρινων μύλων και το προτιμούμε ακριβώς γι' αυτό τον λόγο.
8. Η ελαιοποίηση θα πρέπει να ξεκινάει γύρω στις 20 - 25 Οκτωβρίου και όχι ακόμη και μετά τον Νοέμβριο, επειδή έχει επικρατήσει η άποψη πως όσο πιο πολύ ωριμάσουν οι ελιές τόσο θα είναι αυξημένη η απόδοσή τους σε λάδι. Στην Ιταλία οι περισσότεροι παραγωγοί αρχίζουν από τα μέσα Οκτωβρίου ή ακόμη και από την 1η Οκτωβρίου.
9. Οσο μένει το λάδι χάνει τα ωφέλιμα συστατικά του, όπως κατέδειξε μελέτη που έγινε πριν από τέσσερα χρόνια: π.χ. στις 22.10, οι πολυφαινόλες ήταν 440 mgr/Kgr και μέσα σε 40 ημέρες, στις 3.12, είχαν πέσει στα 209 mgr/Kgr.
10.Υπάρχουν ακόμη και στο ράφι του υπερμπακάλικου καλά, φθηνά «εξαιρετικά παρθένα» ελαιόλαδα, ενώ τα ξένα πωλούνται σε τιμές που αυτό τον καιρό δίκαια μας φαίνονται δυσβάστακτες.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου